Η λιθίαση του ουροποιητικού συστήματος αποτελεί καθημερινό πρόβλημα για τον ουρολόγο. Εμφανίζεται στο 2-3% του γενικού πληθυσμού. Η αναλογία της λιθίασης μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι 3:1. Σε χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο η συχνότητα είναι ακόμα μεγαλύτερη. Πρόκειται για καλοήθη νόσο με σημαντικές ιατρο-οικονομικές επιπτώσεις για το σύστημα υγείας των χωρών. Επιπρόσθετα να σημειωθεί ότι η λιθίαση είναι νόσος που υπόκειται σε υποτροπές, μιας και το 50% των ασθενών θα επανεμφανίσουν λίθο στο ουροποιητικό σύστημα μέσα στη 10ετία.
Η πιθανότητα εμφάνισης συμπτωματικής λιθίασης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει υπολογιστεί στις 1/200 έως 1/1500 εγκυμοσύνες. Πρόκειται για ιδιαίτερα επώδυνη κατάσταση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως η φλεγμονή του ουροποιητικού, η σήψη, ο πρόωρος τοκετός, καταστάσεις που μπορεί να απειλήσουν την υγεία τόσο της μητέρας όσο και του εμβρύου.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εμφανίζονται διάφορες φυσιολογικές και ανατομικές αλλαγές που αφορούν στο ανώτερο ουροποιητικό.
- Από την έκτη εβδομάδα της κύησης αρχίζει φυσιολογική υδρονέφρωση που ανευρίσκεται στο 90% των εγκύων.
- Αύξησης του μεγέθους της μήτρας που πιέζει τους ουρητήρες
- Τα αυξημένα επίπεδα προγεστερόνης που υπάρχουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης προκαλούν ελάττωση του περισταλτισμού του ουρητήρα
- Ο ρυθμός σπειραματικής διήθησης αυξάνεται κατά 25-50%, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η συγκέντρωση στα ούρα διαφόρων ουσιών όπως ουρικό οξύ και ασβέστιο που προάγουν το σχηματισμό λίθων.
- Αλλαγές στο PH των ούρων
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

ΟΥΡΟΛΙΘΙΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
- Κολικός νεφρού
- Αιματουρία
- Πυρετός
- Ναυτία – έμετος
- Συχνουρία – έπειξη για ούρηση
Υπάρχουν διάφορες καταστάσεις που μπορεί να μιμηθούν τα συμπτώματα της λιθίασης και οι οποίες θα πρέπει να αποκλειστούν όπως είναι:
- Σκωλικοειδίτιδα
- Εκκολπωματίτιδα
- Χολοκυστίτιδα
- Αποκόλληση πλακούντα
- Πρόωρος τοκετός
ΔΙΑΓΝΩΣΗ – ΟΥΡΟΛΙΘΙΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Η πρώτη απεικονιστική εξέταση που θα πραγματοποιηθεί σε έγκυο με κωλικό είναι ο υπερηχογραφικός έλεγχος των νεφρών, για να αξιολογηθεί το ουροποιητικό σύστημα. Η χρήση του υπερήχου είναι απόλυτα ασφαλής, οικονομική και μπορεί να έχει μεγάλη επαναληψιμότητα λόγω του ότι δε χρησιμοποιείται ακτινοβολία.
Ωστόσο αρκετές φορές προκύπτει διαγνωστικό πρόβλημα. Αυτό γιατί αφενός δεν είναι πάντα εφικτό το να απεικονιστεί ο λίθος που προκαλεί την απόφραξη, αφετέρου γιατί αντίστοιχη κλινική εικόνα μπορεί να προκαλέσει και η φυσιολογική διάταση της μήτρας λόγω της κύησης.
Ακτινογραφία ΝΟΚ
Η απλή ακτινογραφία ΝΟΚ είναι ασφαλής και μπορεί να χρησιμοποιηθεί αφού το ποσό της ακτινοβολίας στο οποίο εκτείθεται το έμβρυο δεν είναι πάνω από 0,5mGy
Μαγνητική Τομογραφία
Η μαγνητική τομογραφία μας δίνει περισσότερες πληροφορίες από τον υπέρηχο, ωστόσο έχει συγκεκριμένα μειονεκτήματα όπως:
- Μεγάλο κόστος
- Χρονοβόρος εξέταση
- Μικρή ειδικότητα για την αναγνώρηση λίθων σε σχέση με την αξονική
- Δεν είναι παντού διαθέσιμη
Αξονική Τομογραφία
Η αξονική τομογραφία δε δύναται να χρησιμοποιηθεί ως ρουτίνα, ωστόσο η χρήση ειδικών πρωτοκόλλων χαμηλής ακτινοβολίας είναι εφικτή σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που υπάρχει διαφοροδιαγνωστικό πρόβλημα και το αποτέλεσμα της εξέτασης θα αλλάξει το θεραπευτικό πλάνο
Ο θεράπων ιατρός, αξιολογώντας τη βαρύτητα της κατάστασης και λαμβάνοντας υπόψιν τους πιθανούς κινδύνους, θα αποφασίσει το διαγνωστικό αλγόριθμο που θα ακολουθηθεί.
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
Η έγκυος γυναίκα που εμφανίζει λιθίαση του ουροποιητικού συστήματος μπορεί να χρειαστεί 3 κατηγορίες φαρμάκων:
- Παυσίπονα
- Αντιβιοτικά
- Αναισθησιολογικά φάρμακα
Οι επιλογές για κάθε κατηγορία δεν είναι οι αντίστοιχες του γενικού πληθυσμού, ωστόσο υπάρχουν διαθέσιμα σκευάσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια, παρέχοντας το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ακεταμινοφαίνη και παρακεταμόλη μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως παυσίπονα με ασφάλεια σε όλη τη διάρκεια της κύησης. Ομοίως και τα οποιοειδή που δρουν σε πιο επώδυνες καταστάσεις. Στο 2ο και 3ο τρίμηνο μπορεί για μικρό χρονικό διάστημα να ληφθούν ibuprofen και naproxene.
Όσον αφορά τις αντιβιώσεις, οι πενικιλλίνες και οι κεφαλοσπορίνες μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια σε όλη τη διάρκεια της κύησης
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Οι εγκυμονούσες έχουν τη δυνατότητα να αποβάλλουν αυτόματα λίθους πολύ πιο εύκολα από το γενικό πληθυσμό. Για το λόγο αυτό η πρωταρχική αντιμετώπιση του προβλήματος είναι πάντα συντηρητική. Στο 50-80% εγκύων θα υπάρξει αυτόματη αποβολή του λίθου χωρίς ανάγκη παρέμβασης.
Η εξωσωματική λιθοτριψία αποτέλεσε επανάσταση στην αντιμετώπιση των λίθων του ουροποιητικού. Στις εγκυμονούσες γυναίκες όμως αποτελεί απόλυτη αντένδειξη, λόγω των κινδύνων που προκύπτουν τόσο από τη χορηγούμενη ακτινοβολία όσο και από τις πιθανές βλαβερές επιδράσεις της ενέργειας των κυμάτων στους ιστούς του εμβρύου
Η παροχέτευση του συστήματος με τη χρήση ουρητηρικού καθετήρα τύπου pig-tail, συχνά είναι αρκετή για την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Οι μόνοι περιορισμοί της χρήσης των καθετήρων είναι ο αυξημένος κίνδυνος πρόκλησης ουρολοίμωξης και τα έντονα ερεθιστικά συμπτώματα της ουροδόχου κύστης, που μπορεί να είναι πολύ ενοχλητικά. Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι στις εγκύους οι εσωτερικοί καθετήρες επασβεστοποιούνται πιο γρήγορα από ότι στις μη εγκύους, για αυτό καλό είναι η αλλαγή των καθετήρων να γίνεται κάθε 3-4 εβδομάδες.
Εναλλακτικό τρόπο παροχέτευσης του συστήματος αποτελεί η τοποθέτηση διαδερμικής νεφροστομίας. Η είσοδος του σωλήνα νεφροστομίας γίνεται με τοπική αναισθησία και τη βοήθεια των υπερήχων.
Οριστική λύση στο πρόβλημα δίνεται με την ενδοσωματική λιθοτρυψία με χρήση λέιζερ. Μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα στάδια της εγκυμοσύνης. Η χρήση λεπτών και εύκαμπτων εργαλείων, καθώς και η ύπαρξη αποτελεσματικών πηγών κατακερματισμού των λίθων, δίνει τη δυνατότητα με χορήγηση ελάχιστης αναισθησίας να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και να απαλλαγεί η γυναίκα από τον λίθο.
Συμπερασματικά
Η αντιμετώπιση της εγκύου ασθενούς με λιθίαση του ουροποιητικού θα πρέπει να προσαρμόζεται στην ιδιαιτερότητα της εκάστοτε περίπτωσης. Στις αποφάσεις που θα ληφθούν σημαντικό ρόλο παίζουν διάφοροι παράγοντες, όπως η θέση του λίθου και το μέγεθός του, η ένταση του πόνου, η ύπαρξη φλεγμονής και η ηλικία του κυοφορούμενου εμβρύου. Η εμπειρία του ουρολόγου σε ανάλογες περιπτώσεις, καθορίζει σε σημαντικό βαθμό το τελικό αποτέλεσμα.